Της Παναγίας… (του Ελευθέριου Τζιόλα)
Από το κείμενο μου, που ακολουθεί :
‘‘ Ο καπετάν – Τόσκας στην Παναγία της Βαρής (στο
Πανόραμα Γρεβενών).
————————————————————
Τη στιγμή, εκείνη, μου αφηγούνταν, ο παπα-Γιώργης, ποδοβολητό αλόγων ακούστηκε μέσα απ΄την οξιά. Μόνον άλογα, χωρίς φωνές, πλησίασαν γοργά, οι χωριανοί, άνοιξαν τόπο, αφήνοντας έναν βαθύ, από τα στήθια τους επιφώνημα κι ένα θαυμασμό :” Ήρθαν στην Παναγία !”
Ξεπέζεψαν σβέλτα, κι ο πρώτος, με γένια γκρίζα δασιά, ψηλός και γεροδεμένος, ακολουθούμενος από δυο νεότερους ελαφρύτερα οπλισμένους, με βήμα στέρεο κι αποφασιστικό, περασμένα χιαστή στο στήθος του τα φυσεκλίκια, δεξιά σε θήκη ασημοστολισμένη το σπαθί του με μια λαβή μαυρισμένη από τη χρήση των δυνατών χεριών του, αριστερά και προς τα πίσω ριγμένο τον γκρα, το γαλλικό όπλο του με καλοσκαλισμένο κοντάκι, με τα μάτια του μάλλον υγρά, προσηλωμένα στην Παναγιά, που βρίσκονταν στην κλίνη Της στη γη, πέρασε μέσα από τους χωριανούς και στάθηκε μπροστά στον ιερέα.
”Ο καπετάν -Τόσκας υψώνει την Παναγία !”, ακούσθηκε με σταθερή, ήρεμη, βραχνή φωνή. Ο καπετάν-Τόσκας, ο καπετάν- Τόσκας, ένα υπόκωφος αντίλαλος από την επανάληψη του ονόματος από τους απλωμένους ολόγυρα χωριανούς, ξετυλίχθηκε, ανέβηκε στο βουνό κι έφτασε μέχρι το λημέρι του, στο καραούλι του Τόσκα που βρίσκονταν, εκεί, ψηλότερα, πιο πάνω από την Παναγιά της Βαρής. ”Ο καπετάν -Τόσκας υψώνει την Παναγία !”, συνέχισε ο καπετάνιος της περιοχής, στενός συνεργάτη της μεγάλης αρματολικής οικογένειας των Ζιακαίων, και ”τάζει στην Παναγιά, προσφέρει τα τσαπράζια του !” είπε με φωνή συγκίνησης, καθώς γονάτιζε μπροστά στην εικόνα Της.
”Ο κατετάν – Τόσκας υψώνει την Παναγία !”, βροντοφώναξε, κι η φωνή του πάλλονταν στον Αυγουστιάτικο αέρα, ο ιερέας. ”Ο καπετάνιος του Τόπου, της Λευτεριάς και των χωριών μας, ο υπερασπιστής των χριστιανών μαζί με τα παλληκάρια μας απέναντι στους τουρκαλβανούς, υψώνει την Εικόνα της και στα πόδια Της αποθέτει τα τσαπράζια του ! Να είναι πάντα ευλογημένος, γενναίος και δίκαιος ! ”, ολοκλήρωσε ο παππάς, με τους χωριανούς να αγκαλιάζονται, να ξεσπούν σε κραυγές χαράς και λύτρωσης και να αλληλοεύχονται για τη ποθητή Λευτεριά !…”
———————————————————————————–
Το πλήρες κείμενο :
Της Παναγίας…
του Ελευθέριου Τζιόλα
Δεκαπενταύγουστος της Παναγιάς και των πυρκαγιών.
————————————————————————
Αφήσαμε πίσω μας τον Δεκαπενταύγουστο, μαζί με νέες τεράστιες καταστροφές στο φυσικό περιβάλλον της Πατρίδας μας, με την αγωνία των απλών ανθρώπων ακόμα αποτυπωμένη στο πρόσωπό τους και τους αποκαμωμένους, μαυρισμένους από την κάπνα πυροσβέστες μαχητές ακόμα σε πλήρη ένταση και ετοιμότητα μάχης.
Περίσσεψαν και πάλι τα ανούσια λόγια και οι μικρόψυχες, μεμψίμοιρες αντεγκλήσεις, πάνω στα αποκαΐδια, στην απώλεια ορισμένων από τις ομορφότερες περιοχές της χώρας και στο φτωχότερο μέλλον μας.
Κάθε χρόνο τέτοια εποχή, ξεχειλίζει η επανάληψη των ίδιων ανέξοδων υποσχέσεων για οργάνωση και σχέδιο, η καταγγελία των καταπατήσεων και της Αυθαιρεσίας, το παιχνίδι ”σκιών” και ”φαντασμάτων” για τους προηγούμενους και τους τωρινούς υπεύθυνους, με τους πιο κυνικούς να δηλώνουν : ”ε, το καλοκαίρι πάντα είχαμε πυρκαγιές, κι οι προηγούμενοι δεν κάνανε και τίποτα καλύτερο !” Αλίμονο, πρέπει να πω ότι αυτή η κυνικότητα, αυτή η ωμή ομολογία (!), απηχεί την μέση αίσθηση, τη διαμορφωμένη μέση συνείδηση των νεο-ελλήνων. Και, βέβαια, είναι αυτό το υπόβαθρο πάνω στο οποίο μπορεί να επιβιώνει και να τρανεύει όλη αυτή η ασυδοσία, όλη αυτή η ανευθυνότητα και η α-νοησία που μας κατακλύζει…
Απέναντι, σ΄ αυτή την εικόνα έκπτωσης και απογοήτευσης, ο Δεκαπενταύγουστος της Παναγίας, ο Δεκαπενταύγουστος της κατάνυξης, της αλληλοκατανόησης και της αγάπης αποτελεί στις γνήσιες εκδηλώσεις του το απόλυτο κοντράστ. Σε σημείο, που αναλογίζεσαι πώς είναι δυνατόν να συνυπάρχουν αυτοί οι ”δύο κόσμοι” μέσα στην ίδια κοινωνία, αυτής της ιστορικής διαδρομής και γαλούχησης : του κυνισμού και του στενού, ατομικού ωφελιμισμού, από τη μιά, του ανθρωπισμού, του αλτρουισμού και της αφοσίωσης σε ιδανικά, από την άλλη ! Σκεπτόμενος βαθύτερα, αντιλαμβάνεσαι, μέσα σ΄ αυτή την ακραία αντίφαση, και την υπαρκτή δυνατότητα μετασχηματισμού και εξόδου προς μια κοινωνία συμμετοχική, συνοχής και δικαιοσύνης με αξιοποίηση και αναβάθμιση στοιχείων της δεύτερης πλευράς.
Ιστορικά και σημαίνοντα.
——————————–
Στο γύρισμα του αρχαίου κόσμου από τον πολυθεϊσμό στον χριστιανισμό, όταν δεύτερος άρχισε σιγά- σιγά να επικρατεί, χρειάστηκε η μετάβαση και η μίξη στοιχείων από την παλαιότερη και τη νεότερη θρησκεία ώστε η δεύτερη να εδραιωθεί. Μετάβαση, στην οποία δεν αποφεύχθηκαν ακρότητες και καταστροφές φανατικών. Τότε, πολλές από τις αρχαίες τελετουργίες ενσωματώθηκαν στις τελετουργίες των χριστιανών και μαζί τους και κάποιες μεγάλες εορτές. Ανάμεσα σε αυτές και η εορτή του Δεκαπενταύγουστου. Και η Παναγία, από τα τέλη του 6ου αι. μ.Χ. αναδείχθηκε σε υπέρμαχος στρατηγός και προστάτις, ανάμεσα σε άλλες ιδιότητες, με κυρίαρχη, ωστόσο, τη Μητρική. Προς την κατεύθυνση της καθιέρωσης της εορτής της Κοιμήσεως κινήθηκε η διατύπωση του ορθόδοξου δόγματος κατά την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο (431 μ.Χ., Έφεσος Μικράς Ασίας). Τελικά, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Νικηφόρου Κάλλιστου ο αυτοκράτορας Μαυρίκιος περί τα τέλη του 6ου αιώνα καθόρισε διά διατάγματος την επιτέλεση της εορτής στις 15 Αυγούστου.
Με αυτή την πρακτική, η μεγάλη γιορτή της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο συμπίπτει με τα γενέθλια της θεάς Αθηνάς στις 28 του αρχαίου μήνα Εκατομβαιώνα (μέσα Ιουλίου – μέσα Αυγούστου), όταν τελούνταν ανά τετραετία τα Παναθήναια, η μεγαλύτερη γιορτή της αρχαίας Αθήνας. Καθόλου τυχαία, ο ναός της παρθένου Αθηνάς στην Ακρόπολη μετατράπηκε σε ναό της Παναγίας Παρθένου. Είναι άγνωστο πότε ακριβώς μετατράπηκε ο Παρθενώνας σε χριστιανικό ναό, το βέβαιο όμως είναι ότι επί Ιουστινιανού (482-565 μ.Χ.) καθαγιάστηκε και ορίστηκε ως η «καθολική εκκλησία των Αθηνών». Η λατρεία της παρθένου Αθηνάς, προστάτιδας της αρχαίας Αθήνας, έδωσε τη θέση της στη χριστιανή Παρθένο Μαρία και ο ναός πήρε το όνομα Παναγία Αθηνιώτισσα. Στρατηγός των στρατηγών, η Παναγία προστατεύει τους πιστούς της – όπως και η θεά Αθηνά τους Αθηναίους – σε κάθε δύσκολη στιγμή. Με κορυφαίο, σε κορυφαία στιγμή, το : «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια», που ψάλλουν οι πολιορκημένοι χριστιανοί στην τελευταία λειτουργία της Αγίας Σοφίας, το 1453.
Η Παναγία στην Πίνδο, η Παναγία της Βαρής στο Πανόραμα Γρεβενών.
——————————————————————————-
Η ποικιλία των εορταστικών εκδηλώσεων του Δεκαπενταύγουστου στην Ελλάδα, συναγωνίζεται τις επωνυμίες της Παναγίας από το ένα άκρο της νησιώτικης πατρίδας έως το άλλο άκρο της ορεινής. Το, δε, μεγαλείο είναι ότι ενώ πρόκειται για Κοίμηση, δηλαδή για Θάνατο, οι εκδηλώσεις είναι εκδηλώσεις χαράς, κι όχι λύπης, πανηγύρεις κι όχι μνημόσυνα. Θρίαμβος της ζωής και της ελπίδας, κι όχι του θανάτου και της απόγνωσης, τη μέρα του θανάτου ! Το μήνυμα, εδώ, και ο συμβολισμός είναι συγκλονιστικά, βαθιά, διαπεραστικά. Ένας ύμνος στον Αγώνα για τη Ζωή, τη στιγμή που η Μητέρα του Χριστού δεν ζεί, πιά. Σημειώνουμε ότι η έννοια Κοίμηση στην χριστιανική ”αποκαλυπτική θεολογία”, και στο ορθόδοξο δόγμα, εννοείται ως προσωρινή μεταβατική περίοδος μέχρι την μεγάλη Κρίση και Ανάσταση.
Ο ανθρώπινος πόνος και ιδιαίτερες στιγμές συγγενικού προσώπου δεν μου επέτρεψαν να βρίσκομαι φέτος σε μια απ΄ αυτές τις γνήσιες, κατανυκτικές τόσο θρησκευτικές, όσο και (συμ)πατριωτικές εκδηλώσεις στην γρεβενιώτικη Πίνδο, στην Παναγία της Βαρής, στο Πανόραμα Γρεβενών. Οφείλω, όμως, την τιμή και τη μνήμη κι έχω καθήκον να πω δυο λόγια.
Εκεί, στα ριζά ενός πυκνού, ίσως το μοναδικού σε τέτοια έκταση και πυκνότητα δάσος οξιάς σε όλη την Ελλάδα, εκεί που οι πρόποδες του βουνού αρχίζουν να απλώνονται, ως κάτω στο ποτάμι, πιο ήπιες, σ΄ένα ανάγλυφο με μοναδική κλίση κι ακουστική, στο σημείο, λοιπόν, αυτό, αντικριστά προς τον οικισμό του Πανοράματος, σε μια πεζοπόρο απόσταση σαράντα (40′) λεπτών, υπάρχει η Παναγιά της Βαρής. Το βουνό από παλιά ονομάζεται Κοζύλιο (και η ονομασία του διατηρείται τέτοια ως σήμερα, από τους συγχωριανούς) στους επίσημους χάρτες αναφέρεται ως Στραγγόπετρα, λόγω των κόκκινων, λεπτόκοκκων, σιδηρούχων και χαλαζιακών πετρωμάτων του, που επιτρέπουν το στράγγισμα των νερών και τον υπόγειο εμπλουτισμό των πολλών αποθηκών νερού, με πιο κρύο το νερό στη θέση της Παναγίας, που ήταν τόσο παγωμένο για τους ιδρωμένους κτηνοτρόφους ή γεωργούς, ή τους σημερινούς εκδρομείς – πεζοπόρους, που είναι πολύ ”Βαρύ”.
Στο Πανόραμα, η Γέννηση της Θεοτόκου και, απέναντι, η Κοίμηση, είναι η Παναγία που στις καρδιές των ορεσίβιων κατοίκων και αγωνιστών, συνιστά ένα πρόσωπο Ιερό, Μητρικό, Ακαταμάχητο, Συμπονετικό, Καρτερικό. Η εμβληματικότερη προσωπικότητα ιερέα, που υπηρέτησε, εκεί, όρθιος, με ήθος και πνεύμα ανοιχτό, την Πατρίδα, τη Χριστιανοσύνη, την τοπική κοινωνία και τις μεγάλες παραδόσεις της, ο παπα-Γιώργης Παπαξάνθης, στο δίστιχο ιδιοκατασκευής του έλεγε για το αδιάσπαστο της Παναγίας του Πανοράματος: ”Η Γένεση απ΄τη Γρόπ’στια ευλογεί, κι η Κοίμηση απ΄ τη Βαρή παρατηρεί !”. Στις υπώρειες, λοιπόν, του Κοζύλιου, που μας έθρεψε με τα κοπάδια, μας ζέσταινε με την ξυλεία του στους βαρείς χειμώνες και με την οποία οι πρόγονοί μας ανοικοδόμησαν τα σπίτια τους, μας φύλαξε και μας προστάτευσε, με τη βοήθεια της Παναγίας, από τους εισβολείς Γερμανούς, εκεί, κάθε Δεκαπενταύγουστο, στο χαμηλό φως των κεριών, σε ατμόσφαιρα που θυμίζει περιγραφές του σκιαθίτη κοσμοκαλόγερου Παπαδιαμάντη, πραγματοποιείται η θεία λειτουργία και μετά ένα δρώμενο ιστορικής και λατρευτικής αξίας, μοναδικό.
Μετά το ”δι ευχών…” και την απόλυση, συγκεντρώνονται όλοι οι χωριανοί, οι προσκεκλημένοι και οι επισκέπτες στο προαύλιο, έξω από την εκκλησία, που βρίσκεται νότια, πλευρικά της, κι όπου παλιότερα δέσποζαν μεγάλα και πλατίσκιωτα πλατάνια, κάτω απ΄τα οποία, από πολύ πρωί, ανά ομάδες οικογενειών κάθονταν οι χωριανοί στα στρωσίδια τους κι άπλωναν τις πίτες, τα τυριά και τα ψητά τους για το μεσημεριανό. Πλατάνια, τα οποία με τον καιρό πέθαναν, και τώρα έχουν αντικατασταθεί με φυτεύσεις νέων δένδρων, που έχουν υψωθεί, δημιουργώντας έναν δεσμό με τις οξιές του βουνού.
Εκεί, βγαίνει η εικόνα της Παναγίας. Την κρατάει στα χέρια του, πάνω στο στήθος του, ένα νέο παλληκάρι του χωριού, και συνοδεύεται από τους ιερείς , τους ψάλτες και τους επιτρόπους. Η εικόνα της Κοίμησης, μία μοναδική αγιογραφία των ξακουστών Σαμαριναίων αγιογράφων, από την Ι. Μονή της Αγ. Παρασκευής Σαμαρίνας, ζωγραφισμένη το 1908 (επί τουρκοκρατίας !), εις ”δέησιν Βασιλείου Παπαξάνθη”, βρίσκεται μπροστά σ΄ όλους τους χωριανούς, που καλούνται από τον ιερέα να προσκυνήσουν. Πρόκειται για την προσκύνηση της Νεκρής Παναγίας, για τον τελευταίο ασπασμό της Μαρίας Θεοτόκου, που αναπαύεται στη νεκρική κλίνη, περιβαλλόμενη από τους μαθητές του Υιού της (στη αγιογραφημένη εικόνα). Κι, εδώ, τώρα στη Βαρή, περιβαλλόμενη απ΄ όλους τους πιστούς του Πανοράματος, της Λάβδας, του Πολυνερίου, της Αλατόπετρας, της Σμίξης, που έρχονταν πάντα από παλιότερα, σαν σ΄ ένα μεγάλο, το τελευταίο προσκλητήριο της Μάνας !
Κι αφού, τελειώσει η προσκύνηση, το παλληκάρι που την κρατούσε, την ασπάζεται τελευταίος και την αποθέτει με ευλάβεια, κάτω στη γή, όρθια απέναντι στο πλήθος των πιστών. Η Παναγία, βρίσκεται, τότε στο νεκροκρέβατό της, μόνη της, έτοιμη όπως όλοι μας για το Μεγάλο Ταξίδι.
Ξαφνική απέραντη σιωπή καλύπτει σαν παράξενο πέπλο την πολυπληθή σύναξη. Τότε, δυνατή και καθάρια, ακούγεται η φωνή του πρεσβύτερου ιερέα : ”Υψώνεται η Εικόνα της Παναγίας ! Ποιός θα υψώσει την Παναγία ;”. Ο ιερέας της ενορίας των Πανοραμιτών προσκαλεί τον ικανότερο, τον σημαντικότερο να παρουσιασθεί, να τάξει , να γονατίσει και να σηκώσει στα χέρια του, να υψώσει τη Νεκρή Παναγιά, να πάρει στα χέρια του το νεκροκρέβατό και να την οδηγήσει στο Δικό της Ταξίδι, έχοντας την ευλογία Της !
Ο καπετάν – Τόσκας στην Παναγία της Βαρής.
————————————————————
Τη στιγμή, εκείνη, μου αφηγούνταν, ο παπα-Γιώργης, ποδοβολητό αλόγων ακούστηκε μέσα απ΄την οξιά. Μόνον άλογα, χωρίς φωνές, πλησίασαν γοργά, οι χωριανοί, άνοιξαν τόπο, αφήνοντας έναν βαθύ, από τα στήθια τους επιφώνημα κι ένα θαυμασμό :” Ήρθαν στην Παναγία !”
Ξεπέζεψαν σβέλτα, κι ο πρώτος, με γένια γκρίζα δασιά, ψηλός και γεροδεμένος, ακολουθούμενος από δυο νεότερους ελαφρύτερα οπλισμένους, με βήμα στέρεο κι αποφασιστικό, περασμένα χιαστή στο στήθος του τα φυσεκλίκια, δεξιά σε θήκη ασημοστολισμένη το σπαθί του με μια λαβή μαυρισμένη από τη χρήση των δυνατών χεριών του, αριστερά και προς τα πίσω ριγμένο τον γκρα, το γαλλικό όπλο του με καλοσκαλισμένο κοντάκι, με τα μάτια του μάλλον υγρά, προσηλωμένα στην Παναγιά, που βρίσκονταν στην κλίνη Της στη γη, πέρασε μέσα από τους χωριανούς και στάθηκε μπροστά στον ιερέα.
”Ο καπετάν -Τόσκας υψώνει την Παναγία !”, ακούσθηκε με σταθερή, ήρεμη, βραχνή φωνή. Ο καπετάν-Τόσκας, ο καπετάν- Τόσκας, ένα υπόκωφος αντίλαλος από την επανάληψη του ονόματος από τους απλωμένους ολόγυρα χωριανούς, ξετυλίχθηκε, ανέβηκε στο βουνό κι έφτασε μέχρι το λημέρι του, στο καραούλι του Τόσκα που βρίσκονταν, εκεί, ψηλότερα, πιο πάνω από την Παναγιά της Βαρής. ”Ο καπετάν -Τόσκας υψώνει την Παναγία !”, συνέχισε ο καπετάνιος της περιοχής, στενός συνεργάτη της μεγάλης αρματολικής οικογένειας των Ζιακαίων, και ”τάζει στην Παναγιά, προσφέρει τα τσαπράζια του !” είπε με φωνή συγκίνησης, καθώς γονάτιζε μπροστά στην εικόνα Της.
”Ο κατετάν – Τόσκας υψώνει την Παναγία !”, βροντοφώναξε, κι η φωνή του πάλλονταν στον Αυγουστιάτικο αέρα, ο ιερέας. ”Ο καπετάνιος του Τόπου, της Λευτεριάς και των χωριών μας, ο υπερασπιστής των χριστιανών μαζί με τα παλληκάρια μας απέναντι στους τουρκαλβανούς, υψώνει την Εικόνα της και στα πόδια Της αποθέτει τα τσαπράζια του ! Να είναι πάντα ευλογημένος, γενναίος και δίκαιος ! ”, ολοκλήρωσε ο παππάς, με τους χωριανούς να αγκαλιάζονται, να ξεσπούν σε κραυγές χαράς και λύτρωσης και να αλληλοεύχονται για τη ποθητή Λευτεριά !
Συνεχίζουμε (😉
——————–
Στο δρόμο αυτόν, λοιπόν, κάθε χρόνο, στην Παναγιά της Βαρής, κάθε Δεκαπενταύγουστο υψώνεται η Παναγία.
Κι ακολουθεί ο παραδοσιακός, μεγάλος δημοτικός χορός στον αυλόγυρο, στον ίδιο τόπο, δεκάδες χρόνια τώρα. Με τον ιερέα, παλιότερα, πρωτοτραγουδιστή και πρωτοχορευτή, και, τώρα, στις μέρες μας, τους στενότερους απογόνους του.
Και του χρόνου, συνέλληνες !…
Ελευθέριος Τζιόλας
Θεσσαλονίκη, 17 Αυγούστου 2017.