Ταξιδιώτες της…υπομονής!
Στα χρόνια μας, το να πας από τα Γρεβενά στο Χωριό και το αντίστροφο υπολογίζεται σε 35 με 40 λεπτά, πάνω κάτω, με το αυτοκίνητο. Λίγα χρόνια, μόλις, πριν ήθελες περίπου μία ώρα και ακόμα παλιότερα…
…Παλιότερα, λέγοντας, πηγαίνουμε στην εποχή των Κυρατζήδων ή Κερατζήδων. Υπήρξε η εποχή που οι δρόμοι, με την σημερινή τους μορφή δεν υπήρχαν, παρά η σύνδεση μεταξύ χωριών και πόλεων ήταν βατά ή κακοτράχαλα μονοπάτια, γεφύρια και ποτάμια, που τον Χειμώνα “φούσκωναν”.
Οι ευρύτερα γνωστοί ως αγωγιάτες, άνθρωποι αγρότες, κατά κύριο επάγγελμα, αναλάμβαναν το δύσκολο αυτό έργο, τόσο για να εξυπηρετήσουν τους υπόλοιπους, όσο και για να βγάλουν “το ψωμί” της φαμίλιας τους. Άνθρωποι που έπρεπε να αντέχουν τις κακουχίες της στράτας, τον καυτό ήλιο, την βροχή, το χιόνι. Έπρεπε να κάνουν κράτει στις δυνάμεις τους, να ισορροπούν μεταξύ ύπνου και ξύπνιου πολλές φορές, να ξημερώνουν “στην ώρα τους” στον προορισμό, να ξεπεζεύουν και να κοιμούνται σε χάνια (στην καλύτερη των περιπτώσεων), στο ύπαιθρό ή (όπως είπε ένας μπάρμπας μου, κάποτε) “στα ντάμια τ’ κόσμου”! Πόσες και πόσες κουβέντες δεν γίνονταν εκεί; Πόσα νέα του “έξω κόσμου” δεν μεταφέρονταν με τον τρόπο αυτό;
Και κοντά σ’ αυτούς βοηθούσε όλη η οικογένεια, που ξυπνούσε απ’ τ’ άγρια χαράματα για το φόρτωμα και το ταίριασμα, με τα λαδοφάναρα και τις γκαζόλαμπες στα χέρια. Και έκαναν κι αυτοί υπομονή, να περάσουν οι μέρες ή οι μήνες και να έρθει πάλι ο καιρός να ανταμώσουν. Και όταν αντάμωναν κάθονταν κοντά στο τζάκι και έλεγαν ιστορίες, πραγματικές ή φανταστικές! Ιστορίες που έβγαιναν απ’ το σκοτάδι και τις νυχτερινές σκιές ή από την κούραση ακόμα, αφού περνούσαν και μέρες ολόκληρες νηστικοί! Τέτοιες ιστορίες των “υπομονετικών ανθρώπων της φαντασίας” έκαναν τα παιδιά να κουρνιάζουν και να ακούν με το στόμα ανοιχτό!
Και ήταν και οι πελάτες οι απαιτητικοί ή αυτοί της τελευταίας στιγμής, που δεν έπρεπε να τους κακοκαρδίσουν και να ταιριάξουν και τα δικά τους πράγματα. Και με όλα τα καλά του κόσμου, κουβαλούσαν και γράμματα, πολλές φορές, αντικαθιστώντας τον ταχυδρόμο ή και ανθρώπους, μαζί, είτε που βιάζονταν να πάνε κάπου ή και ανήμπορους.
Τα άλογα σπάνιζαν ή ήταν για άλλες δουλειές και εξέφραζαν και μια αρχοντιά, εκτός των άλλων! Τα γαϊδούρια, απ’ την άλλη, τα γνωστά σε μας γουμάρια διέθεταν (από πάντα!) υπομονή, μα δεν ήταν πλασμένα για τόσο μεγάλες αποστάσεις, απ’ τη φύση τους και χρησίμευαν κι αυτά σε πιο πρακτικές δουλειές του χωριού. Το “μεταφορικό μέσο” για όλα αυτά δεν θα μπορούσε να ήταν άλλο απ’ το μουλάρι, το μπλαρ σωστότερα! Ο καθένας είχε από ένα ή και παραπάνω (ανάλογα με την περιουσία του) ζωντανά, που τα φρόντιζαν, τα τάιζαν και τα πότιζαν, για να είναι έτοιμα κι αυτά να ανταπεξέλθουν στον δύσκολο αγώνα. Και δημιουργήθηκαν και “δεσμοί” ανάμεσα σε ανθρώπους και ζώα, έτσι και ο ένας αγάπησε τον άλλο!
“Τι αγώι έχς;”, “Τι αγώι θα παρς;”! Εκφράσεις που έμειναν και που δήλωναν τι φόρτωμα, τι πραμάτεια είχε ο Κερατζής ή τι ποσό ζητούσε για τη μεταφορά. Και η πληρωμή, εκτός από παράδες, γίνονταν ακόμα και με προϊόντα, με ανταλλαγές (“πάρε στάρι, φέρε κρασί”)! Και καλούσαν κάποιον “ξένο” που συμπαθούσαν, στο χωριό…”Σαν θα έρθ’ η Άνοιξ’ έλα παν, να σε φιλέψουμε και να πούμε κανένα τραγούδ’! Έχ’ και όμορφα κορίτσα στο χωριό, αν είσαι λέφτερος”! Και ενώνονταν και οι άνθρωποι με τους ανθρώπους…
Τα τραγούδια…
Για μένα, αποτελεί ένα απ’ τα πλέον χαρακτηριστικά τραγούδια του πολιτισμού του Πανοράματος το “Κυρατζίδικο τραγούδι”!
Ταξιδεύοντας για μέρες ολόκληρες υπήρχε έμφυτη η ανάγκη για μουσική και τραγούδι, είτε ως πεζός, είτε και καβάλα, ακόμα. Ξεχνιόταν ο άνθρωπος, εξιστορούσε, πονούσε, αναπολούσε, μάγευε τα στοιχειά και τα θεριά της φύσης, για να τον αφήσουν να διαβεί!
Κι επειδή η διαδρομή ήταν μεγάλη, έπρεπε και το τραγούδι να είναι τέτοιο, μεγάλο κι αυτό! Κι έτσι γίνονταν επαναλήψεις σε στίχους και προέκυψε το… κανάρχημα (πάνε στο Πανόραμα/Αφιερώματα/”Πανοραμήτικο γλωσσάρι” για το “καναρχώ!), αυτό που δεν μπορούν να αντέξουν ή να καταλάβουν πολλοί “πρωτευουσιάνοι” και μπαίνει στο τέλος των “υπαίθριων, αυτών, ύμνων” και ακούγεται μόνο με φωνήεντα…”Ε, ε…ω,ω”!
μωρέ κι ο ποταμός εστάθη
κι ένα θεριό του ποταμού…Άιντε κι ένα θεριό του ποταμού
κι αυτό στην άκρη βγήκε,
ΥΓ 2 Διαβαίνω και ίσως πολλοί από σας, δύσβατα μονοπάτια, τον τελευταίο καιρό. Ίσως έτσι να μου γεννήθηκε η ανάγκη να πω δυο λόγια για τους ανθρώπους εκείνους και τη ζωή τους και να πάρω δύναμη απ’ την υπομονή τους, προσμένοντας την δική μου ώρα του γυρισμού!
http://www.youtube.com/watch?v=tI5gNjB2sls
http://www.youtube.com/watch?v=9Dg5eEUitKc
http://www.youtube.com/watch?v=RLt0T7rVzMg
http://www.youtube.com/watch?v=eIGYSb89cYY
Πανοραμίξ